Home  |  Ενημέρωση   |  Αρθρογραφία   |  Από το κοινό νόμισμα στην κοινή “άμυνα”; του Γιώργου Κουκουμά

Από το κοινό νόμισμα στην κοινή “άμυνα”; του Γιώργου Κουκουμά

Ευρωστρατός: το ατσάλινο χέρι της ΕΕ

Ο Πρόεδρος της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ σε συνέντευξη του την περασμένη εβδομάδα ζήτησε τη δημιουργία μόνιμου ευρωπαϊκού στρατού. Στόχος του, να σταλεί το μήνυμα στη Ρωσία ότι «μιλάμε σοβαρά όταν συζητούμε για υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αξιών» και ότι η ΕΕ «μπορεί να αντιδράσει αξιόπιστα απέναντι σε μια απειλή κατά της ειρήνης σε ένα κράτος-μέλος ή σε ένα γειτονικό κράτος». Έσπευσε δε να διευκρινίσει ότι ο ευρωστρατός που ονειρεύεται δεν θα βρίσκεται σε ανταγωνισμό με το ΝΑΤΟ αλλά θα αλληλοσυμπληρώνεται.

H δήλωση του ηγετικού στελέχους της ευρωπαϊκής Δεξιάς αφ’ ενός αποτυπώνει τη δραστική κλιμάκωση της στρατιωτικής (παράλληλα με την οικονομικοπολιτική) επιθετικότητας σε βάρος της Ρωσίας που αναπτύσσει το ευρωατλαντικό μπλοκ ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, στο φόντο της ουκρανικής κρίσης. Αφ’ ετέρου, η δήλωση ξανανοίγει μια συζήτηση στους κόλπους της ΕΕ η οποία χρονολογείται και η οποία συνδέεται άμεσα με το σενάριο ομοσπονδιοποίησης της ΕΕ αφού η «κοινή άμυνα» συνεπάγεται ότι τα ευρωπαϊκά κράτη θα εκχωρήσουν αμετάκλητα ένα τμήμα του σκληρού πυρήνα της κρατικής τους κυριαρχίας.

Σφυρηλατώντας τον πολεμικό βραχίονα της ΕΕ

Η ανάπτυξη αυτόνομων στρατιωτικών δυνατοτήτων της ΕΕ και η προοπτική της διαμόρφωσης ενός μόνιμου ευρωενωσιακού στρατού αποτελούν μια υπόθεση που κινείται εδώ και δεκαετίες παράλληλα με την πορεία σφυρηλάτησης της κοινής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, όπως αυτή γεννήθηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992.

Εφτά χρόνια αργότερα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Κολωνίας υπήρξε κομβικό γιατί επικύρωσε όσα είχαν προαποφασίσει νωρίτερα οι ηγέτες της Γαλλίας και της Αγγλίας, Σιράκ και Μπλερ αντίστοιχα: «η Ένωση πρέπει να έχει τη δυνατότητα για αυτόνομη δράση υποστηριζόμενη από αξιόπιστες στρατιωτικές δυνάμεις, τα μέσα για να αποφασίζει να τις χρησιμοποιεί και την ετοιμότητα να το κάνει…».  Προς τούτο εγκαθιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Πολιτική Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ), ως ο στρατιωτικός βραχίονας της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) και δημιουργήθηκαν δομές για το σχεδιασμό και τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων. Ακολούθως, τέθηκαν οι «Πρωταρχικοί Στρατιωτικοί Στόχοι» με δεσμεύσεις για κάθε κράτος-μέλος, προκειμένου η ΕΕ να έχει τη δυνατότητα ταχείας ανάπτυξης στρατιωτικής δράσης, ακόμα και προληπτικής, καθώς και την ικανότητα διεξαγωγής παράλληλων επιχειρήσεων.

Το επόμενο βήμα έγινε με την υιοθέτηση της «Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφάλειας», η οποία σφράγιζε τη συμπόρευση ΕΕ-ΗΠΑ ως μιας «κολοσσιαίας δύναμη του καλού» και παράλληλα σκιαγραφούσε τον επεμβατικό ρόλο της ΕΕ προκειμένου να εδραιωθεί «ένας δακτύλιος καλοκυβερνώµενων χωρών στα ανατολικά και τα µεσογειακά σύνορα της Ένωσης». Τα ευρωπαϊκά κράτη αποφάσισαν τότε «να μετασχηματίσουν τους στρατούς τους σε πιο ευέλικτες, κινητές δυνάμεις και να τις καταστήσουν ικανές να αντιμετωπίσουν τις νέες απειλές» ενώ δεσμεύθηκαν και «για περισσότερους πόρους για την άμυνα». Τέλος, το πεδίο στρατιωτικής δράσης της ΕΕ επεκτάθηκε σε όλο τον πλανήτη αφού οι νέες απειλές «πρέπει να αντιμετωπίζονται στο χώρο γένεσης τους» και  «η πρώτη γραμμή άμυνας συχνά θα είναι στο εξωτερικό»…

Η Συνθήκη της Λισσαβόνας άνοιξε το δρόμο

Με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας του 2009, έγινε νέο άλμα στην στρατιωτικοποίηση της εξωτερικής δράσης της ΕΕ. Η ΚΕΠΠΑ απέκτησε εν δυνάμει επιθετικό χαρακτήρα, παρέχοντας και θεσμικά τη δυνατότητα για προληπτικά κτυπήματα σε τρίτες χώρες, παρά το ότι αυτό αντίκειται στο διεθνές δίκαιο. Ταυτόχρονα, διευρύνθηκαν τα είδη αποστολών που αναλαμβάνει η ΕΕ εκτός των συνόρων της. Η Κοινή Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας αναβαθμίστηκε με ειδικό τμήμα στις Ιδρυτικές Συνθήκες όπου διατυπώνεται η σταδιακή διαμόρφωση κοινής αμυντικής πολιτικής και διανοίγεται ο δρόμος για τη δημιουργία ευρωστρατού μόλις «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο λάβει σχετική απόφαση με ομοφωνία». Περιλήφθηκε, βέβαια, ρητή υπόμνηση ότι όλα αυτά δεν επηρεάζουν τις υποχρεώσεις των νατοϊκών κρατών απέναντι στο ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο του οποίου οργανώνεται η κοινή τους άμυνα ενώ «οι δεσμεύσεις και η συνεργασία στον τομέα αυτόν εξακολουθούν να είναι σύμφωνες προς τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ…». Ουσιαστικά η εξωτερική πολιτική, η άμυνα και ασφάλεια της ΕΕ τελούν υπό την έγκριση του ΝΑΤΟ, κάτι που αποτελεί απάντηση και σε όσους διατείνονται ότι ο ευρωστρατός θα σήμαινε απεξάρτηση της Ευρώπης από το ΝΑΤΟ.

Εξαιρετικά επικίνδυνη ήταν και η εισαγωγή της λεγόμενης «Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας» σε θέματα άμυνας, που επιτρέπει σε κράτη-μέλη που «πληρούν ψηλά κριτήρια στρατιωτικών δυνατοτήτων» να προχωρούν ως ομάδα σε βαθύτερη στρατιωτική συνεργασία. Αυτά τα κράτη δεσμεύονται να αναπτύξουν πολυεθνικές στρατιωτικές δυνάμεις, εξοπλιστικά προγράμματα και να δημιουργήσουν μάχιμες μονάδες. Στην ουσία, θεσμοποιείται η ηγεμονία των ισχυρών κρατών και στα θέματα άμυνας.

Ας υπενθυμιστεί ότι το ΑΚΕΛ ήταν το μόνο κόμμα της Κύπρου που καταψήφισε τη Συνθήκη στη βουλή και στην ευρωβουλή, εισπράττοντας τότε τις κατηγορίες των υπολοίπων κομμάτων περί ευρωσκεπτικισμού και δογματισμού…

Ο ευρωστρατός που υπάρχει

Η ΕΕ πάντως διαθέτει ήδη πανίσχυρες δυνάμεις ταχείας αντίδρασης (Euroforces) που είναι συγκροτημένες από τα ισχυρά κράτη-μέλη όπως τα χερσαία σώματα Eurofor και Eurocorps, η ναυτική Εuromarfor και η Ευρωπαϊκή Ομάδα Αεροπορίας.

Το 2004 όμως, τα κράτη-μέλη της ΕΕ προχώρησαν στη δημιουργία δεκατριών Battle Groups (Ομάδες Μάχης), στρατιωτικών σχηματισμών υψηλής ετοιμότητας, με προσωπικό 1500 ατόμων το καθένα, τα οποία εντός 10 ημερών μπορούν να αναπτυχθούν οπουδήποτε στον πλανήτη και να διεξάγουν επιχειρήσεις μέχρι 30 ημερών, ή εκ περιτροπής μέχρι 120. Δύο Battle Groups βρίσκονται διαρκώς σε επιφυλακή ενώ αλληλοσυμπληρώνονται με τη ΝΑΤΟική Δύναμη Ταχείας Αντίδρασης.

Κύπρος, Ελλάδα, Βουλγαρία και Ρουμανία συμμετέχουν στο Battle Group HELBROC, (συνεισφέρει δυνάμεις και η Ουκρανία) το οποίο θα ξανατεθεί σε επιφυλακή το 2016. Ενδεικτικό των κινδύνων που εγκυμονούνται σήμερα στην Ευρώπη είναι το γεγονός ότι από την αρχή του 2015, σε επιφυλακή έχει τεθεί το Nordic Battlegroup που απαρτίζεται από δυνάμεις της Σουηδίας, Φινλανδίας, Εσθονίας, Λετονίας, Λιθουανίας και Νορβηγία, δηλαδή από τις γειτονικές χώρες της Ρωσίας.

Πάντως η πολεμική φύση αυτών των σχηματισμών δεν αμφισβητήθηκε ποτέ: «Τα Battle Groups της ΕΕ μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε πόλεμο. Γιατί δημιούργησε τα Battle Groups η ΕΕ;. Τα Battle Groups δεν προορίζονται για να χτίζουν σχολεία. Δεν πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την ΕΕ για ήπια ισχυ και το ΝΑΤΟ για σκληρή ισχύ» (ΓΓ του ΝΑΤΟ, 2005). Μέχρι σήμερα η ΕΕ δεν έκανε χρήση των Battle Groups, πράγμα για το οποίο η ελίτ της ΕΕ έχει εκφράσει επανειλημμένα τη λύπη της.

 

 

 

Ευρωεπεμβάσεις παντού…

Ακόμα κι αν δεν έχει δημιουργηθεί τυπικά ένας μόνιμος ευρωστρατός, η ΕΕ αναπτύσσει τα τελευταία 15 χρόνια μια φοβερή στρατιωτική δράση. Από το 2002, η ΕΕ έχει επέμβει στρατιωτικά/πολιτικά πάνω από είκοσι φορές σε τρεις ηπείρους αναπτύσσοντας συνολικά 80.000 προσωπικό, με κόστος δισεκατομμυρίων ευρώ. Άλλες 16 τέτοιες αποστολές διεξάγονται σήμερα, από τις οποίες οι πέντε είναι αμιγώς στρατιωτικές (Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Μάλι, δύο στη Σομαλία, Κεντροαφρικανική Δημοκρατία). Πιο πρόσφατη είναι η αστυνομική ευρωαποστολή στην Ουκρανία η οποία θα αναλάβει τη «μεταρρύθμιση της ασφάλειας και της αστυνομίας» της χώρας. Έτσι δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη που το 2012 κατά τη ΝΑΤΟϊκή επιδρομή στη Λιβύη, η ανθρωπότητα γινόταν μάρτυρας των συγχαρητηρίων (!) που έδινε ο Νομπελίστας Ειρήνης Ομπάμα στη Νομπελίστρια Ειρήνης ΕΕ για το γεγονός ότι «γύρω στο 85% των εναέριων χτυπημάτων στη Λιβύη διενεργήθηκαν από Ευρωπαίους πιλότους, σε σύγκριση με το 15% κατά την αεροπορική εκστρατεία στο Κόσοβο το 1999».

Πλέον όμως, η στρατιωτικοποίηση εστιάζεται στις θάλασσες. Η «Θαλάσσια Διάσταση της ΚΠΑΑ» βασίζεται στο αξίωμα ότι η ασφάλεια των ενεργειακών πόρων και των εμπορικών οδών απαιτεί χρήση στρατιωτικών δυνάμεων και άρα, «ευέλικτες, μόνιμες μάχιμες δυνάμεις σε υψηλή ετοιμότητα».

ΑΚΕΛ: ούτε ΝΑΤΟ ούτε ευρωστρατό

Με πρωτοβουλία του ΑΚΕΛ, η ευρωκοινοβουλευτική ομάδα της Αριστεράς (ΕΕΑ/ΒΠΑ) καταδίκασε τις δηλώσεις Γιούνκερ ενώ το ΑΚΕΛ ήταν και το μόνο κόμμα στην Κύπρο που τοποθετήθηκε επίσημα ξεκαθαρίζοντας ότι «η Ευρώπη δεν έχει ανάγκη από «ευρωστρατούς» ή από το ΝΑΤΟ».

Άλλωστε, το ΑΚΕΛ είναι το μόνο κυπριακό κόμμα που είναι αντίθετο στον προσανατολισμό της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας και της Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας της ΕΕ, που καταψηφίζει στο ευρωκοινοβούλιο όλες τις στρατιωτικοπολιτικές επεμβάσεις της ΕΕ ανά τον κόσμο και στηρίζει τα αίτημα για αποστρατιωτικοποίηση και αποπυρηνικοποίηση της Ευρώπης, κλείσιμο όλων των στρατιωτικών βάσεων, διάλυση του ΝΑΤΟ και της αντιπυραυλικής ασπίδας των ΗΠΑ, μείωση των στρατιωτικών δαπανών.

 

 

 

Ένοπλη πτέρυγα των μονοπωλίων

Η δημιουργία ενός μόνιμου ευρωστρατού βρίσκει απέναντι της τα κομμουνιστικά και αριστερά κόμματα, τα φιλειρηνικά κινήματα της ηπείρου. Διχάζει όμως -επί του παρόντος- και τις ηγεσίες της ΕΕ οι οποίες βέβαια τοποθετούνται στο ζήτημα με κριτήρια της αντίπερα ταξικής όχθης. Όπως και στην περίπτωση του κοινού νομίσματος, το θέμα της κοινής άμυνας διασταυρώνεται με τους ανταγωνισμούς που υπάρχουν στο εσωτερικό της ίδιας της ΕΕ και τα συμφέροντα ηγετικών κρατών με άλλα κέντρα του πλανήτη (π.χ. σχέσεις Βρετανίας-ΗΠΑ).

Η ανάγκη για μόνιμο ευρωστρατό, όπως και παλαιότερα η δημιουργία της ευρωζώνης, προκύπτει ως έκφραση του χαρακτήρα της ΕΕ η οποία θεμελιώθηκε στους νόμους της αγοράς και του καπιταλιστικού κέρδους. Οι νόμοι που θέλουν την ΕΕ ένα ενιαίο χωράφι για να δραστηριοποιούνται οι επιχειρηματικοί κολοσσοί των ισχυρών κρατών της, είναι οι ίδιοι που την θέλουν να ορθώνεται ενωμένη και ατσαλωμένη στο διεθνές προσκήνιο ώστε να διεκδικεί ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στα κοιτάσματα ενέργειας, στις αγορές και τις σφαίρες επιρροής. Αυτή η διεκδίκηση, αλλού και άλλοτε γίνεται «ειρηνικά» και αναίμακτα, όπως για παράδειγμα μέσα από τις διάφορες νεοαποικιακές οικονομικές και εμπορικές συμφωνίες που συνομολογεί η ΕΕ προκειμένου να διεισδύουν οι μονοπωλιακοί της όμιλοι ανά τον κόσμο. Αλλού πάλι, γίνεται βίαια και αιματηρά, με στρατιωτικοοικονομική στήριξη δικτατοριών (Αίγυπτος) και ένοπλων εξτρεμιστών (Συρία), με στρατιωτικοπολιτικές αποστολές (Βαλκάνια και Αφρική) και εμπόριο όπλων (Μέση Ανατολή). Κάπως έτσι βάφτηκαν τα χέρια της ΕΕ με το αίμα της Γιουγκοσλαβίας και τώρα της Ουκρανίας.

Είναι λοιπόν φανερό ότι η στρατιωτικοποίηση και ο επεμβατισμός της ΕΕ δεν είναι προσωπικές ιδέες του όποιου Γιούνκερ. Άλλωστε, από το 2007, η ηγέτιδα της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, είχε προβεί σε …τροχιοδεικτικές δηλώσεις: «Μετά το κοινό νόμισμα, ίσως θα τολμήσουμε να προχωρήσουμε σε περαιτέρω βήματα, όπως για παράδειγμα σε ένα ευρωπαϊκό στρατό». Όπως είναι πλέον πέρα για πέρα κατανοητό σε όλη την ήπειρο, ποιοι και πώς εξυπηρετούνται από το κοινό νόμισμα και την αρχιτεκτονική του, έτσι και στο απώτερο μέλλον θα γίνει κατανοητό –μάλλον πικρά κατανοητό- σε τι στοχεύει ένας ευρωστρατός. Εκτός βέβαια, αν οι λαοί –και όχι οι Μέρκελ και οι Γιούνκερ- προλάβουν να έχουν τον τελευταίο λόγο για το μέλλον της ηπείρου μας.

Γιώργος Κουκουμάς

Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κ.Ε. ΑΚΕΛ

PREV

Πατάτες Αντιναχτές και Δημοκρατία, του Χρίστου Χριστοφίδη

NEXT

Εξωτερική Πολιτική της ΕΕ- «Συνεχίζουμε προς τον όλεθρο», του Ντένης Κυριάκου