ΚΥΠΡΙΑΚΟ

Για τέσσερις και πλέον δεκαετίες το Κυπριακό, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κυπριακός λαός στο σύνολό του, παραμένει άλυτο. Το ΑΚΕΛ επαναβεβαιώνει την πάγια θέση του Κόμματος ότι το Κυπριακό πρέπει να λυθεί μέσα στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών και στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ, των Συμφωνιών Υψηλού Επιπέδου 1977 και 1979, του διεθνούς δικαίου, των ευρωπαϊκών αρχών και αξιών. Ο ρόλος του διεθνούς παράγοντα και ιδιαίτερα του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να είναι η εμμονή και η έμπρακτη συνέπεια στις αρχές και το συμφωνημένο πλαίσιο λύσης.

Το Κυπριακό είναι πρωτίστως διεθνές πρόβλημα εισβολής, κατοχής, παράνομου εποικισμού, εθνικού ξεκαθαρίσματος και ξένων επεμβάσεων. Ταυτόχρονα το Κυπριακό έχει την εσωτερική πτυχή του που αφορά τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων. Η κατοχική Τουρκία συνεχίζει να παραβιάζει απροκάλυπτα την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παράλληλα, οι επεκτατικές της επιδιώξεις προεκτείνονται στην αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας που αφορούν την εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη. Συνεχίζει να καταπατά βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου, του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ, σωρεία ψηφισμάτων και αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας, τις αρχές και αξίες στις οποίες εδράζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες του συνόλου του κυπριακού λαού.

Σημαντικότατη πτυχή και παράμετρος στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος συνιστά η επαναπροσέγγιση και η εξομάλυνση των σχέσεων των δύο κοινοτήτων. Στρατηγικός στόχος παραμένει η μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως αυτή περιγράφεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Παράλληλα η λύση πρέπει να είναι λειτουργική και βιώσιμη. Θα πρέπει να διασφαλίζει την ενότητα της χώρας και του λαού, την κοινή οικονομική πρόοδο και ανάπτυξη, καθώς και το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και βασικών ελευθεριών όλων των Κυπρίων. Αυτές είναι οι προϋποθέσεις για τους μελλοντικούς κοινούς ταξικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες Ελληνοκύπριων και Τουρκοκύπριων εργαζομένων.

Ως ΑΚΕΛ εκτιμούμε ότι η όποια υποβάθμιση και παραγνώριση είτε της διεθνούς πτυχής είτε της εσωτερικής πτυχής του Κυπριακού, θα ήταν ολέθρια.

Η μη λύση του Κυπριακού και η σταδιακή ντε φάκτο ή συμφωνημένη διχοτόμηση της Κύπρου δεν συνιστά επιλογή για το λαό μας. Αντίθετα, εγκυμονεί σοβαρότατους κινδύνους και θα υποθηκεύσει το μέλλον του τόπου και του λαού μας στα πρόσκαιρα και αλλότρια συμφέροντα ξένων παραγόντων που φέρουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης για τη δημιουργία και τη διαιώνιση του πολιτικού μας προβλήματος. Η τυχόν εγκατάλειψη του ιστορικού συμβιβασμού που συμφωνήθηκε μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων από το 1977 για λύση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας θα οδηγούσε στη διχοτόμηση του νησιού και θα έδινε στην Τουρκία το άλλοθι που επιδιώκει για να προωθήσει τις επιβουλές της, ειδικότερα την απαίτηση για οριστικοποίηση της διχοτόμησης και αναγνώριση δύο κρατών στην Κύπρο. Ταυτόχρονα, θα στερούσε την Κύπρο από τα ερείσματά της στο διεθνή και ευρωπαϊκό χώρο. Επιπρόσθετα, θα έστελνε λανθασμένα μηνύματα στους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας αναφορικά με τη θέλησή μας για κοινή συμβίωση στην κοινή μας πατρίδα και σε ένα κοινό κράτος. Ως εκ τούτου, η ευημερία και η πρόοδος του λαού μας στο σύνολό του, η ελευθερία και η επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας εξαρτώνται απόλυτα από την ορθή επίλυση του Κυπριακού.

Το πλαίσιο λύσης του Κυπριακού, όπως επαναβεβαιώθηκε και μέσα από τα κοινά ανακοινωθέντα Χριστόφια – Ταλάτ της 23ης Μαΐου και της 1ης Ιουλίου 2008, προνοεί για λύση δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως αυτή καθορίζεται στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών. Λύση ενός κράτους με μια και μόνη κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια. Η εγκατάλειψη, ανάμεσα σε άλλα, της σύγκλισης για το αδιαίρετο της κυριαρχίας, από τους Αναστασιάδη – Έρογλου στην Κοινή Διακήρυξη της 11ης Φεβρουαρίου 2013 συνιστά οπισθοδρόμηση.

Το ΑΚΕΛ επιμένει σε συνολική λύση του Κυπριακού το περιεχόμενο της οποίας, αφού συμφωνηθεί σε επίπεδο ηγετών, θα κριθεί στη συνέχεια από το λαό μέσα από ταυτόχρονα ξεχωριστά δημοψηφίσματα στις δύο κοινότητες. Με τη λύση, πέραν του τερματισμού της κατοχής και της αποκατάστασης της εδαφικής ακεραιότητας και κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, θα πρέπει να προνοείται η απαλλαγή από τον εποικισμό, η κατάργηση των όποιων επεμβατικών δικαιωμάτων προκύπτουν από το αναχρονιστικό καθεστώς των εγγυήσεων, η διασφάλιση του δικαιώματος επιστροφής των προσφύγων στις περιουσίες τους, η διαλεύκανση της τύχης όλων των αγνοουμένων. Επιπρόσθετα, αλλά εξίσου σημαντικά, θα πρέπει να προνοεί την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας έξω από τους όποιους στρατιωτικούς συνασπισμούς. Η απομάκρυνση των Βρετανικών Βάσεων παραμένει βασικός στόχος, ο οποίος διευκολύνεται με τον κοινό αγώνα των δύο κοινοτήτων μέσα από την ίδια τη λύση.

Η παθητική παρέλευση του χρόνου, χωρίς να υπάρχει ουσιαστική πρόοδος στις διαπραγματεύσεις, ανέκαθεν εξυπηρετούσε την Άγκυρα. Η αλλοίωση της κατάστασης επί του εδάφους προξενεί αναπόδραστα αλλαγή δεδομένων καθοριστικής σημασίας για τις επιδιώξεις και θέσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει άλλος προσφερόμενος τρόπος για λύση του Κυπριακού, πέραν από τη διαπραγματευτική διαδικασία. Αλλά σημαίνει ότι η μεθοδολογία που ακολουθείται στις διαπραγματεύσεις πρέπει να είναι τέτοια που από τη μία να προστατεύονται οι διαχρονικές θέσεις της ελληνοκυπριακής πλευράς και από την άλλη να σμικρύνονται οι διαφορές. Η παθητική πάροδος του χρόνου δεν εξυπηρετεί ούτε την τουρκοκυπριακή κοινότητα. Οι δημογραφικές αλλαγές στα κατεχόμενα, οδηγούν εξ αντικειμένου στην αλλοίωση της ταυτότητας των Τουρκοκυπρίων.

Η στήριξη που δόθηκε από το ΑΚΕΛ στη διαπραγματευτική διαδικασία σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να μεταφραστεί ως λευκή επιταγή στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας για τους χειρισμούς στους οποίους προβαίνει. Από τη στιγμή της εκλογής του προειδοποιήσαμε τον κ. Αναστασιάδη ότι η πρόθεσή του για διαπραγμάτευση από μηδενική βάση εγκυμονούσε σοβαρότατους κινδύνους. Δυστυχώς δεν εισακουστήκαμε. Ως εκ τούτου οδηγηθήκαμε στην επαναφορά απαράδεκτων θέσεων από την τουρκοκυπριακή πλευρά, οι οποίες είχαν προηγούμενα αποκλειστεί με τις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ. Το ΑΚΕΛ εμμένει στη θέση για διαπραγμάτευση από εκεί που αυτή είχε μείνει με τις συγκλίσεις 2008-2010 και συζήτηση των εκκρεμούντων βασικών θεμάτων. Ασφαλώς ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει δικαίωμα για άλλες επιλογές, αλλά δική του θα είναι και η ευθύνη για το αποτέλεσμα.

Ανάμεσα στις προηγούμενες συγκλίσεις που εγκαταλείφθηκαν περιλαμβανόταν και συμφωνία στο θέμα των θαλάσσιων ζωνών, οι οποίες προβλεπόταν ότι θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα. Το ίδιο ισχύει για την οριοθέτηση και επίλυση διαφορών με γειτονικά κράτη. Όλα αυτά θα γίνονται σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας που θα περιλαμβάνεται στον κατάλογο των διεθνών συνθηκών της ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας.  Σε συνδυασμό με τη σύγκλιση για την κατανομή των ομοσπονδιακών εσόδων από τους φυσικούς πόρους, η εκμετάλλευση των οποίων επίσης εμπίπτει στις ομοσπονδιακές αρμοδιότητες, καθίσταται ξεκάθαρο ότι με τη λύση του Κυπριακού το θέμα του φυσικού αερίου θα είναι βασικά λυμένο. Το φυσικό αέριο πρέπει να παραμείνει κίνητρο για τη συνολική λύση. Ωστόσο, δεν πρόκειται να συναινέσουμε σε ρυθμίσεις που θα προωθούν «κλείσιμο» ή την όποια λύση του Κυπριακού χάριν ξένων συμφερόντων που προσβλέπουν κυρίως στην εκμετάλλευση του φυσικού αερίου.

Η μονοδιάστατη εξωτερική πολιτική που ακολουθείται από πλευράς κυβέρνησης, η διεύρυνση του χάσματος στις συνομιλίες με ορατό τον κίνδυνο να επιρριφθούν ευθύνες και στην ελληνοκυπριακή πλευρά και η επαναβεβαιωμένη χρησιμότητα της Τουρκίας στους Δυτικούς με αφορμή τη διεθνή εκστρατεία κατά του «Ισλαμικού Κράτους» διευκόλυναν περαιτέρω την Τουρκία στο να προβεί στις πρωτόγνωρα απαράδεκτες και προκλητικές ενέργειες παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη. Η αντίδραση της Κυπριακής Δημοκρατίας για αναστολή της διαπραγματευτικής διαδικασίας, δεδομένης της σκαιούς παραβίασης του Δικαίου της Θάλασσας, συμβατικού και εθιμικού, από την Τουρκία, υπήρξε η ενδεδειγμένη. Όμως, αναστολή δεν σημαίνει και τερματισμός της διαπραγματευτικής διαδικασίας που για να είναι αποτελεσματική πρέπει να συνεχιστεί χωρίς εντάσεις και χωρίς προκλήσεις εκ μέρους της Τουρκίας.

Το ΑΚΕΛ εμμένει στη θέση ότι η ανακάλυψη υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας συνιστά ένα νέο σοβαρό κίνητρο για λύση τόσο για τις δύο κοινότητες, όσο και για την ίδια την Τουρκία. Οι μεν Τουρκοκύπριοι μόνο με τη λύση θα μπορούν να απολαμβάνουν και αυτοί τα οφέλη που θα προκύψουν, οι δε Ελληνοκύπριοι χρειάζονται ένα σταθερό και ασφαλές περιβάλλον που θα επιτρέψει απρόσκοπτη αξιοποίηση του πολύτιμου αυτού αγαθού.  Κατ’ ανάλογο τρόπο θα μπορεί να επωφεληθεί και η Τουρκία με τη λύση του Κυπριακού.

Η λύση του Κυπριακού καθίσταται ακόμη πιο επιβεβλημένη αν αναλογιστεί κανείς τη δεινή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Κύπρος ένεκα της τραπεζικής κρίσης και του Μηχανισμού Στήριξης της Τρόικας. Το ΑΚΕΛ εκτιμά ότι η οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη της Κύπρου θα διευκολυνθεί σημαντικά με τη λύση του Κυπριακού. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι χάριν της οικονομικής ανάπτυξης θα αποδεχτούμε την επιβολή της όποιας λύσης.

Επιβάλλεται επιστροφή στη δοκιμασμένη πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, που ακολούθησε η κυβέρνηση Χριστόφια, για επιτυχή έκβαση του αγώνα για τερματισμό της κατοχής και των συνεπειών της. Το ΑΚΕΛ, έχοντας επεξεργαστεί συγκροτημένες θέσεις επί όλων ανεξαιρέτως των πτυχών του κυπριακού προβλήματος, προτάσσει ως πρόσθετο μέλημα τη διασφάλιση κοινωνικής και πολιτικής συναίνεσης αναφορικά με το περιεχόμενο της λύσης. Αυτό προϋποθέτει πως η δημιουργία συμμαχιών-συνεργασιών θα πρέπει να εδράζεται στην ειλικρινή συναντίληψη αναφορικά με το πραγματικό περιεχόμενο της δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας.

Η επιμονή συγκεκριμένων εθνικιστικών κύκλων σε λύση ενιαίου κράτους ή από την άλλη οι προσεγγίσεις για χαλαρή ομοσπονδία, είναι επιζήμιες για την υπόθεση της Κύπρου. Προβληματίζει σοβαρά το γεγονός ότι τα γριβικά κατάλοιπα στα κόμματα της Δεξιάς, αλλά και αντιδραστικοί κύκλοι σε άλλους χώρους, με τη δράση τους ουσιαστικά συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της καταστροφής που έγινε το 1974. Η σημερινή δε κυβέρνηση, έρμαιο σε μεγάλο βαθμό αυτών των κύκλων, αποδεικνύεται αδύναμη να προωθήσει μια κατά το δυνατόν αποδεκτή λύση στο Κυπριακό.

Τέτοιες τοποθετήσεις, συγκαλυμμένες και μη, παρέχουν άλλοθι στην Τουρκία και στην τ/κυπριακή ηγεσία η οποία κάθε άλλο παρά θα ενοχληθεί από ένα νέο διαπραγματευτικό ναυάγιο. Οι επανειλημμένες προσπάθειες για λύση όλα αυτά τα χρόνια οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η προσήλωση σε θέσεις αρχών, οι οποίες εδράζονται στο διεθνές δίκαιο, δεν έχει επιτρέψει την οριστική εδραίωση των κατοχικών διχοτομικών τετελεσμένων. Ούτε και την επιβολή της όποιας απαράδεκτης λύσης από τρίτους.

Τ/κυπριακή κοινότητα και επαναπροσέγγιση

PREV

Η κατάσταση στην Τουρκία

NEXT

Τ/κυπριακή κοινότητα και επαναπροσέγγιση